Στα μέσα του 19ου αιώνα, μια νεαρή γυναίκα από τις Σπέτσες τόλμησε να κάνει κάτι αδιανόητο. Η Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα, κόρη εύπορου καραβοκύρη, δεν ονειρευόταν γάμους και προίκες. Ονειρευόταν καβαλέτα, χρώματα και πινέλα. Τότε όμως, η ζωγραφική ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν καν να εισέλθουν σε σχολές καλών τεχνών. Εκείνη δεν το δέχτηκε.
Φόρεσε αντρικά ρούχα, έκοψε τα μαλλιά της και ταξίδεψε στην Ιταλία. Το 1848, η νεαρή από τις Σπέτσες μπήκε στην Ακαδημία της Νάπολης με ψεύτικο όνομα και άρχισε να σπουδάζει ανάμεσα σε άνδρες που αγνοούσαν πως ήταν γυναίκα. Έμαθε σχέδιο, προοπτική, σκίαση και τεχνικές λαδιού. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που τολμούσε να διεκδικήσει θέση σε έναν κόσμο που της ήταν απαγορευμένος.
Στην Ιταλία γνώρισε τον Ιταλό ζωγράφο Φραντσέσκο Αλταμούρα. Ερωτεύτηκαν παράφορα. Εκείνος της έδωσε το όνομά του και μαζί έζησαν μια θυελλώδη σχέση, ανάμεσα σε καλλιτεχνικά σαλόνια και φτώχεια. Από τον έρωτά τους γεννήθηκαν τρία παιδιά, ανάμεσά τους ο Ιωάννης Αλταμούρας, που θα γινόταν αργότερα ένας από τους σημαντικότερους θαλασσογράφους της Ελλάδας.
Η γυναίκα που νίκησε τα όρια αλλά ηττήθηκε από τη ζωή
Όταν ο Φραντσέσκο την εγκατέλειψε για άλλη γυναίκα, η Ελένη γύρισε στην Ελλάδα συντετριμμένη. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και άρχισε να διδάσκει ζωγραφική σε κοπέλες, θέλοντας να ανοίξει δρόμο για τις γυναίκες που θα ακολουθούσαν. Παράλληλα, προσπαθούσε να αναστήσει τη δική της καριέρα, ζωγραφίζοντας προσωπογραφίες και εικόνες με έντονο ρεαλισμό.
Η μοίρα όμως δεν τη λυπήθηκε. Ο γιος της Ιωάννης πέθανε μόλις 26 ετών από φυματίωση. Λίγο αργότερα, χάθηκαν και τα άλλα της παιδιά. Η Ελένη δεν άντεξε. Έκλεισε τον εαυτό της στο σπίτι των Σπετσών και σταμάτησε να ζωγραφίζει. Λέγεται πως έκαψε μεγάλο μέρος του έργου της. Οι συγχωριανοί της τη θυμούνταν να μιλά μόνη της, σαν να συνομιλούσε με τα χρώματα που κάποτε της έδιναν ζωή.
Πέθανε το 1900, φτωχή και ξεχασμένη. Ελάχιστοι ήξεραν τότε ποια ήταν. Κι όμως, ήταν η πρώτη Ελληνίδα που τόλμησε να γίνει ζωγράφος. Η γυναίκα που έσπασε τα δεσμά της κοινωνίας της και άνοιξε δρόμο για τις επόμενες. Η ιστορία της έγινε θρύλος, η ζωή της λογοτεχνία, και η μορφή της παράδειγμα θάρρους.
Σήμερα, λίγα έργα της σώζονται: πορτρέτα, τοπία και εικόνες με έντονο συναίσθημα. Μα κάθε πινελιά της κουβαλά το βάρος μιας ζωής γεμάτης αγώνα, πάθος και απώλεια. Η Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα δεν ζωγράφιζε για να γίνει διάσημη. Ζωγράφιζε για να αποδείξει ότι μια γυναίκα μπορεί να δημιουργήσει τέχνη, ακόμη κι αν χρειαστεί να κρύψει το φύλο της για να το πετύχει.













